Την ανησυχία τους για τις συνέπειες που θα επιφέρει η έλλειψη μοριακών αναλυτών στα Παιδιατρικά Νοσοκομεία της Αθήνας, ενόψει και της έναρξης των σχολείων εκφράζουν οι εργαζόμενοι αναφέροντας τα εξής:
“Στο πρώτο κύμα covid19 δεν λειτουργούσαν τα σχολεία, ήταν κλειστά τα χειρουργεία, τα εξωτερικά ιατρεία, δεν κυκλοφορούσαν παιδιά κι ήταν εύκολη η διαδικασία διαχείρισης ύποπτων κρουσμάτων στα νοσοκομεία και στις κλινικές.
Τώρα τα νοσοκομεία αυτά προετοιμάζονται για να υποδεχθούν μεγάλο αριθμό παιδιών, ύποπτων κρουσμάτων κορονοϊού γιατί ξεκινάνε τα σχολεία, ενώ σε λίγες ημέρες τον Οκτώβριο θα έρθουν και οι συνήθεις ιώσεις, με ταυτόχρονη πτώση της θερμοκρασίας. Με ένα μικρό πυρετό τα παιδιά θα καταλήγουν στα νοσοκομεία και θα αντιμετωπίζονται ως ύποπτα κρούσματα κορωνοϊού».
Οι ελλείψεις μοριακών αναλυτών αφορούν τα ιδρύματα της Αθήνας αφού στη Βόρεια Ελλάδα δεν υπάρχει Παιδιατρικό νοσοκομείο, λένε οι εργαζόμενοι που ζητούν να δημιουργηθεί ένα… δίχτυ προστασίας για τα παιδιά θεωρώντας ότι τα ύποπτα κρούσματα θα πρέπει να βρίσκονται σε ξεχωριστά δωμάτια απομονωμένα για να μην υπάρξει διασπορά του ιού.
“Αυτό το εξασφαλίζουν μόνο θάλαμοι αρνητικής πίεσης αλλά στα δύο παιδιατρικά νοσοκομεία της Αθήνας υπάρχουν συνολικά έξι. Όλη αυτή η αναστάτωση προκαλείται γιατί τα παιδιατρικά Νοσοκομεία δεν διαθέτουν μοριακό αναλυτή για να κάνουν τα τεστ στα παιδιά και να εκδίδονται γρήγορα τα αποτελέσματα. Τώρα στέλνουν τα δείγματα στο πανεπιστήμιο και κάνουν δύο ημέρες να βγουν.
Για δύο ημέρες, δηλαδή, παιδάκια που θα είναι αρνητικά στον κορωνοϊό θα αντιμετωπίζονται ως… ύποπτα κρούσματα. Απαραίτητη προϋπόθεση για να μην εξελιχθεί σε μη διαχειρίσιμη η κατάσταση είναι να αποκτήσουν υπερσύγχρονους μοριακούς αναλυτές. Να διενεργούν γρήγορα τεστ που θα εκδίδονται σε λιγότερο από μια ώρα να είναι αξιόπιστα. Έτσι μόνο θα διεκπεραιώνουν γρήγορα και με ασφάλεια τα περιστατικά” επισημαίνουν οι εργαζόμενοι.
Σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα δημόσια νοσοκομεία, την ίδια ώρα, “αυξάνονται οι νοσηλείες περιστατικών κορωνοϊού σε ΜΕΘ και κλινικές αλλά πέφτει ο αριθμός των κρουσμάτων που ανακοινώνει ο ΕΟΔΥ γιατί διεξάγονται πολύ λιγότεροι έλεγχοι λόγω έλλειψης αντιδραστηρίων».