ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ

Σ.ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΜΕΠΕ
xrisima.gr

ΟΜΙΛΟΣ USAY

ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ 7α ΑΓΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ
800693084
ΔΟΥ ΚΗΦΙΣΙΑΣ
info@usay.gr
2106215795
ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ: Σ.ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΕΝΗMΕΡΩΣΗ ΜΕΠΕ
ΝΟΜΙΜΟΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ: ΕΛΕΝΗ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑ: ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ ΕΛΕΝΗ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ: ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ ΕΛΕΝΗ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ: ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΣ DOMAIN NAME: Σ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΜΕΠΕ

ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ (ΕΕ) 2018/334 L63
Δήλωση συμμόρφωσης με τη Σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της Επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L 63)

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΣΥΣΤΑΣΗ (ΕΕ) 2018/334 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 1ης Μαρτίου 2018 σχετικά με μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 292, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Το διαδίκτυο και οι πάροχοι υπηρεσιών που δραστηριοποιούνται στο διαδίκτυο συμβάλλουν σημαντικά στην καινοτομία, την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην Ένωση. Πολλοί από αυτούς τους παρόχους υπηρεσιών διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στην ψηφιακή οικονομία, συνδέοντας επιχειρήσεις και πολίτες και διευκολύνοντας τη δημόσια συζήτηση και την διανομή και λήψη πραγματικών στοιχείων, απόψεων και ιδεών. Ωστόσο, οι υπηρεσίες τους σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούνται καταχρηστικά από τρίτους για την εκτέλεση παράνομων διαδικτυακών δραστηριοτήτων, για παράδειγμα διάδοση ορισμένων πληροφοριών που αφορούν την τρομοκρατία, σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, παράνομη ρητορική μίσους ή παραβάσεις της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών, οι οποίες μπορούν να υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη των χρηστών τους και να βλάψουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι σχετικοί πάροχοι υπηρεσιών μπορούν μάλιστα να αποκτήσουν ορισμένα πλεονεκτήματα από δραστηριότητες του είδους αυτού, για παράδειγμα, ως συνέπεια της διαθεσιμότητας περιεχομένου που προστατεύεται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας χωρίς άδεια από τους δικαιούχους. (2) Η παρουσία παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο έχει σοβαρές αρνητικές συνέπειες για τους χρήστες, για άλλους θιγόμενους πολίτες και επιχειρήσεις, αλλά και για την κοινωνία στο σύνολό της. Λαμβανομένων υπόψη του κεντρικού τους ρόλου και των τεχνολογικών μέσων και ικανοτήτων που σχετίζονται με τις υπηρεσίες που παρέχουν, οι πάροχοι διαδικτυακών υπηρεσιών έχουν ιδιαίτερες κοινωνικές ευθύνες να συμβάλουν στην αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου που διαδίδεται μέσω της χρήσης των υπηρεσιών τους. (3) Δεδομένου ότι η ταχεία αφαίρεση του παράνομου περιεχομένου ή η απενεργοποίηση της πρόσβασης σε αυτό είναι συχνά απαραίτητη για τον περιορισμό ευρύτερης διάδοσης και βλάβης, οι ευθύνες αυτές συνεπάγονται, μεταξύ άλλων, ότι οι σχετικοί πάροχοι υπηρεσιών θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν άμεσα αποφάσεις για πιθανές ενέργειες όσον αφορά το παράνομο περιεχόμενο στο διαδίκτυο. Οι εύθυνες αυτές συνεπάγονται επίσης ότι θα πρέπει να θεσπίζουν αποτελεσματικές και κατάλληλες διασφαλίσεις, ιδίως προκειμένου να διασφαλίζεται ότι ενεργούν με την δέουσα επιμέλεια και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας και να προλαμβάνεται η ακούσια αφαίρεση περιεχομένου που δεν είναι παράνομο. (4) Πολλοί πάροχοι διαδικτυακών υπηρεσιών έχουν αναγνωρίσει τις ευθύνες αυτές και έχουν ενεργήσει ανάλογα. Σε συλλογικό επίπεδο, έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος με εθελοντικές ρυθμίσεις διαφόρων ειδών, μεταξύ των οποίων το Φόρουμ της ΕΕ για το Διαδίκτυο σχετικά με το τρομοκρατικό διαδικτυακό περιεχόμενο, ο κώδικας δεοντολογίας για την καταπολέμηση της παράνομης ρητορικής μίσους στο διαδίκτυο και το μνημόνιο συνεννόησης για την πώληση προϊόντων παραποίησης/απομίμησης. Ωστόσο, παρά την εν λόγω δέσμευση και πρόοδο, το παράνομο διαδικτυακό περιεχόμενο παραμένει σοβαρό πρόβλημα στο εσωτερικό της Ένωσης

(5) Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ανήσυχο από μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων στην ΕΕ και από τη διάδοση της τρομοκρατικής προπαγάνδας στο διαδίκτυο, κατά τη σύνοδό του της 22ας-23ης Ιουνίου 2017 δήλωσε ότι «αναμένει από τις εταιρείες […] να αναπτύξουν νέες τεχνολογίες και εργαλεία για τη βελτίωση της αυτόματης ανίχνευσης και της αφαίρεσης περιεχομένου που υποκινεί τρομοκρατικές πράξεις. …» Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του της 15ης Ιουνίου 2017, κάλεσε τις εν λόγω επιγραμμικές πλατφόρμες «να ενισχύσουν τα μέτρα κατά του παράνομου και επιβλαβούς επιγραμμικού περιεχομένου». Η έκκληση προς τις εταιρείες να ακολουθούν περισσότερο προνοητική προσέγγιση για την προστασία των χρηστών από το τρομοκρατικό περιεχόμενο επαναλήφθηκε από τους υπουργούς των κρατών μελών στο πλαίσιο του Φόρουμ της ΕΕ για το Διαδίκτυο. Όσον αφορά τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, στα συμπεράσματά του της 4ης Δεκεμβρίου 2014 σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων αυτών, το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να εξετάσει τη χρήση των εργαλείων που είναι διαθέσιμα για τον εντοπισμό των παραβατών των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και τον ρόλο των διαμεσολαβητών στην παροχή βοήθειας για την καταπολέμηση των παραβιάσεων των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. L 63/50 EL Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 6.3.2018 (6) Στις 28 Σεπτεμβρίου 2017, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις ευθύνες των παρόχων διαδικτυακών υπηρεσιών όσον αφορά το παράνομο περιεχόμενο στο διαδίκτυο ( 1 ). Στην εν λόγω ανακοίνωση, η Επιτροπή εξήγησε ότι θα αξιολογήσει κατά πόσον απαιτούνται πρόσθετα μέτρα, μεταξύ άλλων παρακολουθώντας την πρόοδο που σημειώνεται με βάση εθελοντικές ρυθμίσεις. Η παρούσα σύσταση δίνει συνέχεια στην εν λόγω ανακοίνωση, αντικατοπτρίζει δε το επίπεδο φιλοδοξίας που εκτίθεται σε αυτήν και την θέτει σε εφαρμογή, λαμβάνοντας παράλληλα δεόντως υπόψη και αξιοποιώντας τη σημαντική πρόοδο που σημειώθηκε μέσω των εν λόγω εθελοντικών ρυθμίσεων. (7) Η παρούσα σύσταση αναγνωρίζει ότι θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι ιδιαιτερότητες της αντιμετώπισης των διαφόρων τύπων παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο και οι συγκεκριμένες απαντήσεις που ενδέχεται να απαιτούνται, μεταξύ άλλων και μέσω ειδικών νομοθετικών μέτρων. Για παράδειγμα, αναγνωρίζοντας την ανάγκη λήψης των εν λόγω ειδικών νομοθετικών μέτρων, στις 25 Μαΐου 2016 η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση για την τροποποίηση της οδηγίας 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ενόψει των μεταβαλλόμενων συνθηκών της αγοράς ( 2 ). Στις 14 Σεπτεμβρίου 2016, ενέκρινε επίσης πρόταση οδηγίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στην ψηφιακή ενιαία αγορά ( 3 ), η οποία προβλέπει την υποχρέωση ορισμένων παρόχων υπηρεσιών να λαμβάνουν, σε συνεργασία με τους δικαιούχους, μέτρα με σκοπό την εξασφάλιση της λειτουργίας των συμφωνιών που συνάπτονται με δικαιούχους για τη χρήση των έργων τους ή άλλου υλικού ή την αποτροπή της διαθεσιμότητας στις υπηρεσίες τους έργων ή άλλου υλικού που προσδιορίζονται από τους δικαιούχους, μέσω της συνεργασίας με τους παρόχους υπηρεσιών. Η παρούσα σύσταση δεν θίγει τα εν λόγω νομοθετικά μέτρα και προτάσεις. (8) Η οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 4 ) περιλαμβάνει απαλλαγές από την ευθύνη στις οποίες μπορούν να υπαχθούν, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ορισμένοι πάροχοι διαδικτυακών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών «φιλοξενίας» κατά την έννοια του άρθρου 14. Για να επωφεληθούν από την εν λόγω απαλλαγή από την ευθύνη, οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας πρέπει να αποσύρουν ταχέως ή να καθιστούν αδύνατη την πρόσβαση σε παράνομες πληροφορίες που αποθηκεύουν, μόλις πληροφορηθούν αποδεδειγμένως και, σε ό, τι αφορά αξιώσεις αποζημίωσης, αντιληφθούν τα γεγονότα ή τις περιστάσεις από τις οποίες προκύπτει η παράνομη δραστηριότητα ή πληροφορία. Μπορούν να να πληροφορηθούν και να αντιληφθούν τα ανωτέρω, μεταξύ άλλων, μέσω αναγγελιών που τους υποβάλλονται. Ως εκ τούτου, η οδηγία 2000/31/ΕΚ συνιστά τη βάση για την κατάρτιση διαδικασιών για την αφαίρεση παράνομων πληροφοριών και την απενεργοποίηση της πρόσβασης σε αυτές. H εν λόγω οδηγία προβλέπει επίσης τη δυνατότητα των κρατών μελών να απαιτούν από τους οικείους παρόχους υπηρεσιών να εφαρμόζουν το καθήκον μέριμνας όσον αφορά το παράνομο περιεχόμενο που ενδεχομένως αποθηκεύουν. (9) Κατά τη λήψη μέτρων σε σχέση με το παράνομο περιεχόμενο στο διαδίκτυο, τα κράτη μέλη οφείλουν να τηρούν την αρχή της χώρας καταγωγής που προβλέπεται στην οδηγία 2000/31/ΕΚ. Συνεπώς, δεν μπορούν, για λόγους που εμπίπτουν στον συντονισμένο τομέα, όπως ορίζεται στην εν λόγω οδηγία, να περιορίσουν την ελευθερία παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας από παρόχους που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος, υπό την επιφύλαξη, ωστόσο, της δυνατότητας παρεκκλίσεων υπό ορισμένες προϋποθέσεις που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία. (10) Επιπλέον, αρκετές άλλες πράξεις του δικαίου της Ένωσης προβλέπουν ένα νομικό πλαίσιο σε σχέση με ορισμένα συγκεκριμένα είδη παράνομου περιεχομένου που είναι διαθέσιμα και διαδίδονται μέσω του διαδικτύου. Ειδικότερα, η οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 5 ) απαιτεί από τα κράτη μέλη να λαμβάνουν μέτρα για την αφαίρεση ιστοσελίδων που περιέχουν ή διαδίδουν παιδική πορνογραφία και τους επιτρέπει να θέτουν φραγή της πρόσβασης σε τέτοιου είδους ιστοσελίδες, με την επιφύλαξη ορισμένων διασφαλίσεων. Η οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 6 ), η οποία πρέπει να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο έως τις 8 Σεπτεμβρίου 2018, περιέχει παρόμοιες διατάξεις σε ό,τι αφορά διαδικτυακό περιεχόμενο που συνιστά δημόσια πρόκληση σε τέλεση τρομοκρατικού εγκλήματος. Επίσης, η οδηγία (ΕΕ) 2017/541 θεσπίζει ελάχιστους κανόνες σχετικά 6.3.2018 EL Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 63/51 ( 1 ) COM(2017) 555 final της 28ης Σεπτεμβρίου 2017. ( 2 ) Οδηγία 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1). COM(2016) 287 final. ( 3 ) COM(2016) 593 final της 14ης Σεπτεμβρίου 2016. ( 4 ) Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2000 για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1). ( 5 ) Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασηςπλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1). ( 6 ) Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6). με τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων στον τομέα των τρομοκρατικών εγκλημάτων, των εγκλημάτων που σχετίζονται με τρομοκρατική ομάδα και των εγκλημάτων που σχετίζονται με τρομοκρατικές δραστηριότητες. Σύμφωνα με την οδηγία 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1 ), οι αρμόδιες δικαστικές αρχές δύνανται να εκδίδουν προσωρινές διαταγές κατά ενδιαμέσων, οι υπηρεσίες των οποίων χρησιμοποιούνται από τρίτον για την προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας. (11) Ειδικότερα, στο πλαίσιο αυτό, πέραν των προαιρετικών μέτρων που λήφθηκαν από ορισμένους παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών, ορισμένα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει κανόνες σχετικά με μηχανισμούς «αναγγελίας και δράσης» μετά την έκδοση της οδηγίας 2000/31/ΕΚ. Άλλα κράτη μέλη εξετάζουν το ενδεχόμενο θέσπισης παρόμοιων κανόνων. Οι εν λόγω μηχανισμοί επιδιώκουν, εν γένει, να διευκολύνουν την γνωστοποίηση περιεχομένου που ο γνωστοποιών θεωρεί παράνομο στον ενδιαφερόμενο πάροχο υπηρεσιών φιλοξενίας («αναγγελία»), σύμφωνα με την οποία ο εν λόγω πάροχος μπορεί να αποφασίσει κατά πόσον συμφωνεί ή όχι με την εκτίμηση αυτή και επιθυμεί να αφαιρέσει ή να απενεργοποιήσει την πρόσβαση στο εν λόγω περιεχόμενο («δράση»). Υπάρχουν αυξανόμενες διαφορές μεταξύ των εν λόγω εθνικών κανόνων. Κατά συνέπεια, οι ενδιαφερόμενοι πάροχοι υπηρεσιών μπορεί να υπόκεινται σε ένα φάσμα νομικών απαιτήσεων οι οποίες αποκλίνουν ως προς το περιεχόμενό τους και το πεδίο εφαρμογής τους. (12) Προς το συμφέρον της εσωτερικής αγοράς και χάριν αποτελεσματικότητας στην αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο, αλλά και για να διασφαλιστεί η ισόρροπη προσέγγιση την οποία επιδιώκει να εξασφαλίσει η οδηγία 2000/31/ΕΚ, είναι αναγκαίο να καθοριστούν ορισμένες βασικές αρχές που θα πρέπει να καθοδηγούν τις δραστηριότητες των κρατών μελών και των ενδιαφερομένων παρόχων υπηρεσιών σε αυτόν τον τομέα. (13) Οι εν λόγω αρχές θα πρέπει να καθοριστούν και να εφαρμόζονται με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων που προστατεύονται στην έννομη τάξη της Ένωσης, και ιδίως εκείνων που κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Χάρτης»). Το παράνομο περιεχόμενο στο διαδίκτυο θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με κατάλληλες και ισχυρές διασφαλίσεις για την προστασία των διαφόρων διακυβευόμενων θεμελιωδών δικαιωμάτων όλων των ενδιαφερόμενων μερών. Τα δικαιώματα αυτά περιλαμβάνουν, ανάλογα με την περίπτωση, την ελευθερία έκφρασης, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας λήψης και μετάδοσης πληροφοριών, το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και το δικαίωμα πραγματικής δικαστικής προστασίας των χρηστών των εν λόγω υπηρεσιών. Μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν την επιχειρηματική ελευθερία, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας των συμβάσεων, των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας, καθώς και τα δικαιώματα του παιδιού και τα δικαιώματα προστασίας της ιδιοκτησίας, συμπεριλαμβανομένης της διανοητικής ιδιοκτησίας, προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και μη διακριτικής μεταχείρισης ορισμένων άλλων εμπλεκόμενων μερών. Ειδικότερα, οι αποφάσεις που λαμβάνουν οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας με σκοπό την αφαίρεση ή την απενεργοποίηση της πρόσβασης σε περιεχόμενο που αποθηκεύουν θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα των χρηστών τους, καθώς και τον κεντρικό ρόλο που οι εν λόγω πάροχοι τείνουν να διαδραματίζουν στη διευκόλυνση της δημόσιας συζήτησης και την διανομή και λήψη πραγματικών περιστατικών, απόψεων και ιδεών σύμφωνα με τον νόμο. (14) Σύμφωνα με την οριζόντια προσέγγιση στην οποία στηρίζεται η απαλλαγή από την ευθύνη που προβλέπεται στο άρθρο 14 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ, η παρούσα σύσταση θα πρέπει να εφαρμόζεται σε κάθε είδος περιεχομένου που δεν συνάδει με το ενωσιακό δίκαιο ή με το δίκαιο των κρατών μελών, ανεξάρτητα από το ακριβές αντικείμενο ή τη φύση των εν λόγω νομοθεσιών. Αρκεί να λαμβάνεται υπόψη η νομοθεσία των κρατών μελών που αφορά η επίμαχη παροχή υπηρεσιών, ιδίως εκείνη των κρατών μελών στο έδαφος των οποίων είναι εγκατεστημένος ο πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας ή όπου παρέχονται οι υπηρεσίες. Επιπλέον, κατά την εφαρμογή της παρούσας σύστασης, θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη η σοβαρότητα και οποιαδήποτε δυνητική βλάβη που προκαλείται από το παράνομο περιεχόμενο, η οποία μπορεί να σχετίζεται στενά με την ταχύτητα που λαμβάνονται τυχόν μέτρα, καθώς και τι μπορεί εύλογα να αναμένεται από τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας, συνεκτιμώντας, κατά περίπτωση, την εξέλιξη και την πιθανή χρήση των τεχνολογιών. Θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι σχετικές διαφορές που ενδέχεται να υπάρχουν μεταξύ των διαφόρων τύπων παράνομου περιεχομένου και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπισή τους. (15) Οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας διαδραματίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο, δεδομένου ότι αποθηκεύουν πληροφορίες που παρέχονται από τους χρήστες τους και κατόπιν αιτήματος αυτών και παρέχουν σε άλλους χρήστες πρόσβαση σε αυτές, συχνά σε μεγάλη κλίμακα. Επομένως, η παρούσα σύσταση αφορά πρωτίστως τις δραστηριότητες και τις ευθύνες εν λόγω παρόχων. Ωστόσο, ανάλογα με την περίπτωση, οι συστάσεις που διατυπώνονται μπορούν επίσης να εφαρμόζονται αναλόγως σε σχέση με άλλους επηρεαζόμενους παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών. Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας σύστασης είναι η αντιμετώπιση των κινδύνων που συνδέονται με το παράνομο περιεχόμενο στο διαδίκτυο και επηρεάζουν τους καταναλωτές στην Ένωση, αυτή αφορά τις δραστηριότητες όλων των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας, ανεξάρτητα από το εάν είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση ή σε τρίτη χώρα, εφόσον αυτοί κατευθύνουν τις δραστηριότητές τους προς καταναλωτές που κατοικούν στην Ένωση. (16) Οι μηχανισμοί για την αποστολή αναγγελιών προς τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας σχετικά με περιεχόμενο που θεωρείται παράνομο είναι σημαντικό μέσο για την αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο. Οι εν λόγω L 63/52 EL Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 6.3.2018 ( 1 ) Οδηγία 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 45). μηχανισμοί θα πρέπει να διευκολύνουν την γνωστοποίηση από όλα τα άτομα ή τις οντότητες που επιθυμούν να το πράξουν. Ως εκ τούτου, η πρόσβαση και χρήση των εν λόγω μηχανισμών από όλους τους χρήστες θα πρέπει να είναι εύκολη. Ωστόσο, οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας θα πρέπει να παραμείνουν ευέλικτοι, για παράδειγμα όσον αφορά τον μορφότυπο υποβολής στοιχείων ή την τεχνολογία που πρέπει να χρησιμοποιείται, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα για αποτελεσματικές λύσεις και να αποφεύγεται ο δυσανάλογος φόρτος για τους εν λόγω παρόχους. (17) Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με το άρθρο 14 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ, οι αναγγελίες πρέπει να είναι αρκούντως ακριβείς και επαρκώς τεκμηριωμένες ώστε να μπορεί ο πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας που τις παραλαμβάνει να λαμβάνει εμπεριστατωμένες και επιμελείς αποφάσεις ως προς τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί στην αναγγελία. Θα πρέπει συνεπώς να διασφαλιστεί, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, ότι ο κανόνας αυτός τηρείται. Ωστόσο, το εάν μια συγκεκριμένη αναγγελία έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχει γνώση ή αντίληψη κατά την έννοια του άρθρου 14 της εν λόγω οδηγίας πρέπει να αξιολογείται υπό το πρίσμα των ιδιαιτεροτήτων της συγκεκριμένης περίπτωσης, δεδομένου ότι γνώση ή αντίληψη μπορεί επίσης να αποκτηθεί και με άλλους τρόπους εκτός των αναγγελιών. (18) Η κατοχή των στοιχείων επικοινωνίας του γνωστοποιούντος κατά κανόνα δεν είναι αναγκαία για τον πάροχο υπηρεσιών φιλοξενίας προκειμένου να είναι σε θέση να λαμβάνει εμπεριστατωμένες και επιμελείς αποφάσεις σχετικά με τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί στην αναγγελία που έλαβε. Αν η παροχή στοιχείων επικοινωνίας καταστεί προαπαιτούμενο για την υποβολή αναγγελίας, θα αποτελέσει εμπόδιο για την γνωστοποίηση. Ωστόσο, η συμπερίληψη των στοιχείων επικοινωνίας είναι αναγκαία για να μπορεί ο πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας να παρέχει απαντήσεις. Επομένως, η συμπερίληψη των στοιχείων επικοινωνίας θα πρέπει να αποτελεί δυνατότητα για τον γνωστοποιούντα, χωρίς να είναι υποχρέωση. (19) Για την ενίσχυση της διαφάνειας και της ακρίβειας των μηχανισμών αναγγελίας και δράσης καθώς και για την έννομη προστασία, όπου απαιτείται, οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας θα πρέπει, εάν διαθέτουν τα στοιχεία επικοινωνίας των γνωστοποιούντων και/ή των παρόχων περιεχομένου, να ενημερώνουν έγκαιρα και καταλλήλως τα πρόσωπα αυτά σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο των εν λόγω μηχανισμών, ιδίως όσον αφορά τις αποφάσεις τους σχετικά με την ζητούμενη αφαίρεση ή απενεργοποίηση της πρόσβασης στο σχετικό περιεχόμενο. Οι πληροφορίες που θα παρέχονται θα πρέπει να είναι αναλογικές, ήτοι θα πρέπει να αντιστοιχούν στα στοιχεία που υπέβαλαν οι ενδιαφερόμενοι στις αναγγελίες τους ή απαντήσεις στις αναγγελίες, δίνοντας παράλληλα τη δυνατότητα για κατάλληλες και διαφοροποιημένες λύσεις και χωρίς τούτο να συνιστά υπερβολική επιβάρυνση για τους παρόχους. (20) Για να διασφαλιστεί η διαφάνεια και η δίκαιη μεταχείριση και να αποφεύγεται η ακούσια αφαίρεση περιεχομένου που δεν είναι παράνομο, οι πάροχοι περιεχομένου θα πρέπει, κατ’ αρχήν, να ενημερώνονται για την απόφαση να αφαιρεθεί ή να απενεργοποιηθεί η πρόσβαση στο περιεχόμενο που έχει αποθηκευθεί κατόπιν αιτήσεώς τους και να τους δίνεται η δυνατότητα να αμφισβητήσουν την απόφαση μέσω απάντησης στην αναγγελία, με σκοπό την ανατροπή της απόφασης αυτής, ανάλογα με την περίπτωση, ανεξάρτητα από το αν η εν λόγω απόφαση έχει ληφθεί με βάση αναγγελία ή παραπεμπτικό ή σύμφωνα με προνοητικά μέτρα από τον πάροχο υπηρεσιών φιλοξενίας. (21) Ωστόσο, λόγω της φύσης του επίμαχου περιεχομένου, του σκοπού της εν λόγω διαδικασίας απάντησης σε αναγγελία και του επιπρόσθετου φόρτου που συνεπάγεται για τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας, δεν δικαιολογείται να διατυπωθεί σύσταση να παρέχονται οι πληροφορίες σχετικά με την εν λόγω απόφαση και τη δυνατότητα να αμφισβητηθεί η απόφαση, όταν είναι πρόδηλο ότι το εν λόγω περιεχόμενο είναι παράνομο και αφορά σοβαρά ποινικά αδικήματα που συνεπάγονται απειλή κατά της ζωής και της ασφάλειας προσώπων, όπως τα αδικήματα που ορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2017/541 και στην οδηγία 2011/93/ΕΕ. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις, λόγοι δημόσιας τάξης και δημόσιας ασφάλειας, και ιδίως λόγοι που σχετίζονται με την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση και τη δίωξη ποινικών αδικημάτων, μπορούν να δικαιολογήσουν τη μη απευθείας παροχή των εν λόγω πληροφοριών στον ενδιαφερόμενο πάροχο περιεχομένου. Ως εκ τούτου, οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας δεν θα πρέπει να το πράττουν, εάν μια αρμόδια αρχή έχει υποβάλει σχετική αίτηση, βασιζόμενη σε λόγους δημόσιας τάξης και δημόσιας ασφάλειας, για όσο διάστημα ζήτησε η εν λόγω αρχή με βάση τους συγκεκριμένους λόγους. Στον βαθμό που αυτό συνεπάγεται περιορισμό του δικαιώματος ενημέρωσης όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να τηρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1 ). (22) Οι μηχανισμοί αναγγελίας και δράσης δεν θα πρέπει να θίγουν με κανένα τρόπο τα δικαιώματα των εμπλεκομένων μερών να κινούν νομικές διαδικασίες, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο, σε σχέση με κάθε περιεχόμενο που θεωρείται παράνομο ή με τα μέτρα που έχουν ληφθεί εν προκειμένω από τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας. Οι μηχανισμοί εξώδικης διευθέτησης των διαφορών που ανακύπτουν στο πλαίσιο αυτό μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό συμπλήρωμα των δικαστικών διαδικασιών, ιδίως εφόσον επιτρέπουν την αποτελεσματική, προσιτή και γρήγορη επίλυση των εν λόγω διαφορών. Η εξώδικη διευθέτηση θα πρέπει επομένως να ενθαρρύνεται, με την προϋπόθεση ότι οι σχετικοί μηχανισμοί πληρούν ορισμένα πρότυπα, ιδίως όσον αφορά τον δίκαιο χαρακτήρα των διαδικασιών, ότι δεν θίγεται η πρόσβαση των μερών στη δικαιοσύνη και ότι αποφεύγεται η κατάχρηση των μηχανισμών. 6.3.2018 EL Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 63/53 ( 1 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1). (23) Για την καλύτερη αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μηχανισμών αναγγελίας και δράσης και άλλων δραστηριοτήτων των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας σχετικά με περιεχόμενο που θεωρείται παράνομο και για τη διασφάλιση της λογοδοσίας θα πρέπει να υπάρχει διαφάνεια έναντι του ευρύτερου κοινού. Οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας θα πρέπει, επομένως, να δημοσιεύουν τακτικά εκθέσεις σχετικά με τους εν λόγω μηχανισμούς και άλλες δραστηριότητες, οι οποίες θα πρέπει να είναι αρκούντως πλήρεις και λεπτομερείς, ώστε να επιτρέπουν την επαρκή κατανόηση της κατάστασης. Θα πρέπει επίσης να μεριμνούν ώστε να υπάρχει εκ των προτέρων σαφήνεια, στους οικείους όρους χρήσης, σχετικά με τις πολιτικές τους για την αφαίρεση ή απενεργοποίηση της πρόσβασης σε οποιοδήποτε περιεχόμενο αποθηκεύουν, συμπεριλαμβανομένου του παράνομου περιεχομένου. (24) Επιπροσθέτως των μηχανισμών αναγγελίας και δράσης, τα αναλογικά και ειδικά προνοητικά μέτρα που λαμβάνονται αυτοβούλως από τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας, μεταξύ άλλων με τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορούν επίσης να αποτελέσουν σημαντικό στοιχείο για την αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο, με την επιφύλαξη του άρθρου 15 παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ. Σε σχέση με τα εν λόγω προνοητικά μέτρα, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η κατάσταση των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας, οι οποίοι, λόγω του μεγέθους τους ή της κλίμακας στην οποία λειτουργούν, διαθέτουν περιορισμένους πόρους και εμπειρογνωσία, καθώς και η ανάγκη να συνοδεύονται τα εν λόγω μέτρα από αποτελεσματικές και κατάλληλες διασφαλίσεις. (25) Ειδικότερα, ενδεχομένως ενδείκνυται να λαμβάνονται προνοητικά μέτρα όταν ο παράνομος χαρακτήρας του περιεχομένου έχει ήδη αποδειχθεί ή όταν ο τύπος περιεχομένου είναι τέτοιος ώστε η συγκειμενοποίηση δεν είναι ουσιαστικής σημασίας. Μπορεί επίσης να εξαρτάται από τη φύση, την κλίμακα και τον σκοπό των προβλεπόμενων μέτρων, τον τύπο του επίμαχου περιεχομένου, από το αν το περιεχόμενο έχει γνωστοποιηθεί από τις αρχές επιβολής του νόμου ή την Ευρωπόλ και από το αν είχαν ήδη ληφθεί μέτρα όσον αφορά το περιεχόμενο, επειδή θεωρείται παράνομο. Όσον αφορά το υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ειδικότερα, οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας θα πρέπει να λαμβάνουν προνοητικά μέτρα για τον ανίχνευση και την αποτροπή της διάδοσης του υλικού αυτού, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο της παγκόσμιας συμμαχίας κατά της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο. (26) Στο πλαίσιο αυτό, στην ανακοίνωσή της τής 28ης Σεπτεμβρίου 2017 για την αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο, η Επιτροπή εξέφρασε την άποψή της ότι η λήψη εθελοντικών προνοητικών μέτρων δεν συνεπάγεται αυτομάτως ότι ο συγκεκριμένος πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας χάνει το ευεργέτημα της απαλλαγής από την ευθύνη που προβλέπεται στο άρθρο 14 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ. (27) Έχει ιδιαίτερη σημασία τυχόν μέτρα για την αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο να υπόκεινται σε αποτελεσματικές και κατάλληλες διασφαλίσεις που σκοπό έχουν να διασφαλίσουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας ενεργούν με επιμέλεια και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας κατά την κατάρτιση και την εφαρμογή των πολιτικών τους σε σχέση με το περιεχόμενο που αποθηκεύουν, συμπεριλαμβανομένου του παράνομου περιεχομένου, ώστε να διασφαλίζεται, ειδικότερα, ότι οι χρήστες είναι ελεύθεροι να λαμβάνουν και να μεταδίδουν πληροφορίες στο διαδίκτυο σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο. Εκτός από τις διασφαλίσεις που προβλέπονται στο εφαρμοστέο δίκαιο, για παράδειγμα όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να προβλέπονται και να εφαρμόζονται, κατά περίπτωση, σε σχέση με τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων, ιδιαίτερες διασφαλίσεις, κυρίως εποπτεία και επαλήθευση από ανθρώπους, προκειμένου να αποφεύγονται τυχόν ανεπιθύμητες και εσφαλμένες αποφάσεις. (28) Θα πρέπει να εξασφαλιστεί ομαλή, αποτελεσματική και κατάλληλη συνεργασία μεταξύ αρμόδιων αρχών και παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας στην αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο. Η συνεργασία αυτή θα μπορούσε να επωφεληθεί από την βοήθεια της Ευρωπόλ, κατά περίπτωση, για παράδειγμα στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας και της σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, της παιδικής πορνογραφίας και της άγρας παιδιών. Για τη διευκόλυνση της συνεργασίας αυτής, τα κράτη μέλη και οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας θα πρέπει να καθορίζουν σημεία επαφής και θα πρέπει να θεσπιστούν διαδικασίες για την διεκπεραίωση των αναγγελιών που υποβάλλονται από τις εν λόγω αρχές κατά προτεραιότητα και με κατάλληλο βαθμό εμπιστοσύνης όσον αφορά την ακρίβειά τους, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερης εμπειρογνωσίας και των αρμοδιοτήτων των εν λόγω αρχών. Για να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά ορισμένα ιδιαίτερα σοβαρά ποινικά αδικήματα, όπως τα αδικήματα που αναφέρονται στην οδηγία (ΕΕ) 2017/541 και στην οδηγία 2011/93/ΕΕ, τα οποία θα μπορούσαν να υποπέσουν στην προσοχή των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν τη δυνατότητα που προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ, ήτοι να θεσπίσουν έννομες υποχρεώσεις αναφοράς, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο, και ιδίως με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679. (29) Εκτός από τις αρμόδιες αρχές, ορισμένα φυσικά πρόσωπα ή οντότητες, συμπεριλαμβανομένων των μη κυβερνητικών οργανώσεων και των επαγγελματικών ενώσεων, ενδέχεται επίσης να διαθέτουν ιδιαίτερη εμπειρογνωσία και να επιθυμούν να αναλάβουν, σε εθελοντική βάση, ορισμένες αρμοδιότητες που σχετίζονται με την αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο. Ενόψει της προστιθέμενης αξίας τους, καθώς και του συχνά υψηλού αριθμού αναγγελιών, θα πρέπει να ενθαρρύνεται η συνεργασία μεταξύ των εν λόγω αξιόπιστων πηγών επισήμανσης παράνομου περιεχομένου (trusted flaggers) και των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας, ιδίως με τον χειρισμό των αναγγελιών που υποβάλλουν L 63/54 EL Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 6.3.2018 επίσης κατά προτεραιότητα και με κατάλληλο βαθμό εμπιστοσύνης όσον αφορά την ακρίβειά τους. Ωστόσο, σύμφωνα με το ιδιαίτερο καθεστώς τους, η συνεργασία αυτή θα πρέπει να είναι ανοικτή μόνο σε φυσικά πρόσωπα και οντότητες που σέβονται τις αξίες στις οποίες βασίζεται η Ένωση, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και πληρούν ορισμένες κατάλληλες προϋποθέσεις, οι οποίες θα πρέπει επιπλέον να είναι σαφείς και αντικειμενικές και να δημοσιοποιούνται. (30) Η καταπολέμηση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο απαιτεί ολιστική προσέγγιση, καθώς το εν λόγω περιεχόμενο συχνά μεταναστεύει εύκολα από έναν πάροχο υπηρεσιών φιλοξενίας σε άλλον και τείνει να εκμεταλλεύεται τους πλέον αδύναμους κρίκους της αλυσίδας. Η συνεργασία, που συνίσταται ιδίως στην σε εθελοντική βάση ανταλλαγή εμπειριών, τεχνολογικών λύσεων και βέλτιστων πρακτικών, είναι επομένως ουσιαστικής σημασίας. Η εν λόγω συνεργασία είναι ιδιαίτερα σημαντική όσον αφορά τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας οι οποίοι, λόγω του μεγέθους τους ή της κλίμακας στην οποία λειτουργούν, διαθέτουν περιορισμένους πόρους και εμπειρογνωσία. (31) Η τρομοκρατία αφορά την παράνομη και αδιάκριτη χρήση βίας και εκφοβισμού κατά των πολιτών. Οι τρομοκράτες εξαρτώνται όλο και περισσότερο από το διαδίκτυο για τη διάδοση τρομοκρατικής προπαγάνδας, συχνά χρησιμοποιώντας εξελιγμένες μεθόδους για να εξασφαλίζουν ταχεία και ευρεία διάδοση. Αν και έχει σημειωθεί πρόοδος, ιδίως στο πλαίσιο του Φόρουμ της ΕΕ για το Διαδίκτυο, εξακολουθεί να υπάρχει επιτακτική ανάγκη για ταχύτερη και αποτελεσματικότερη αντίδραση στο τρομοκρατικό περιεχόμενο στο διαδίκτυο, πέραν της ανάγκης οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας που συμμετέχουν στο Φόρουμ της ΕΕ για το Διαδίκτυο να τηρούν πλήρως τις δεσμεύσεις τους σχετικά με την αποτελεσματική και ολοκληρωμένη υποβολή αναφορών. (32) Λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων που σχετίζονται με την αντιμετώπιση του τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο, οι συστάσεις που αφορούν την αντιμετώπιση παράνομου περιεχομένου εν γένει θα πρέπει να συμπληρωθούν με ορισμένες συστάσεις που αφορούν ειδικά την αντιμετώπιση τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο, με αξιοποίηση και παγίωση των προσπαθειών που έχουν καταβληθεί στο πλαίσιο του φόρουμ της ΕΕ για το Διαδίκτυο. (33) Λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερα σοβαρών κινδύνων που συνδέονται με το τρομοκρατικό περιεχόμενο και του κεντρικού ρόλου των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας στη διάδοση αυτού του περιεχομένου, οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας θα πρέπει να λαμβάνουν όλα τα εύλογα μέτρα ώστε να μην επιτρέπουν το τρομοκρατικό περιεχόμενο και, ει δυνατόν, να προλαμβάνουν τη φιλοξενία του, με την επιφύλαξη της δυνατότητάς τους να ορίσουν και να επιβάλουν τους οικείους όρους χρήσης και της ανάγκης για αποτελεσματικές και κατάλληλες διασφαλίσεις και με την επιφύλαξη του άρθρου 14 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ. (34) Τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει, ιδίως, να περιλαμβάνουν συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές και την Ευρωπόλ σε σχέση με τα παραπεμπτικά, τα οποία αποτελούν ειδικό μέσο γνωστοποίησης στους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας, προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητες της αντιμετώπισης τρομοκρατικού περιεχομένου. Οι αρμόδιες αρχές και η Ευρωπόλ, κατά την υποβολή παραπεμπτικών, θα πρέπει να μπορούν να ζητήσουν την αφαίρεση ή απενεργοποίηση της πρόσβασης σε περιεχόμενο που θεωρούν τρομοκρατικό σε συνάρτηση είτε με την εφαρμοστέα νομοθεσία είτε με τους όρους χρήσης του ενδιαφερόμενου παρόχου υπηρεσιών φιλοξενίας. Οι εν λόγω μηχανισμοί παραπομπής θα πρέπει να υπάρχουν επιπροσθέτως των μηχανισμών για την υποβολή αναγγελιών, μεταξύ άλλων και από αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου, που μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για την γνωστοποίηση περιεχομένου που θεωρείται τρομοκρατικό. (35) Δεδομένου ότι το τρομοκρατικό περιεχόμενο είναι συνήθως πιο επιβλαβές την πρώτη ώρα της εμφάνισής του στο διαδίκτυο και λαμβανομένης υπόψη της ειδικής εμπειρογνωσίας και των αρμοδιοτήτων των αρμόδιων αρχών και της Ευρωπόλ, τα παραπεμπτικά θα πρέπει να αξιολογούνται και, όπου ενδείκνυται, να ακολουθούνται από τις δέουσες ενέργειες εντός μιας ώρας, κατά γενικό κανόνα. (36) Τα εν λόγω μέτρα για την αντιμετώπιση τρομοκρατικού περιεχομένου θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν αναλογικά και ειδικά προνοητικά μέτρα, μεταξύ άλλων και με αυτοματοποιημένα μέσα, προκειμένου να ανιχνεύεται, να αναγνωρίζεται και ταχύτατα να αφαιρείται ή να απενεργοποιείται η πρόσβαση σε τρομοκρατικό περιεχόμενο και να εξασφαλίζεται ότι δεν επανεμφανίζεται το τρομοκρατικό περιεχόμενο, με την επιφύλαξη του άρθρου 15 παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ. Εν προκειμένω, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη τα εν λόγω μέτρα να συνοδεύονται από κατάλληλες και αποτελεσματικές διασφαλίσεις, ιδιαίτερα εκείνες που προτείνονται στο κεφάλαιο II της παρούσας σύστασης. (37) Η συνεργασία, τόσο μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας, καθώς και μεταξύ αυτών και των αρμόδιων αρχών, είναι ύψιστης σημασίας όταν επιδιώκεται η αντιμετώπιση του τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο. Ειδικότερα, τα τεχνολογικά εργαλεία που επιτρέπουν την αυτοματοποιημένη ανίχνευση περιεχομένου, όπως η βάση δεδομένων ψηφιακών αποτυπωμάτων περιεχομένου (hashes), μπορούν να συμβάλουν στην επίτευξη του στόχου της πρόληψης της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου σε διάφορες υπηρεσίες φιλοξενίας. Η συνεργασία αυτή και η ανάπτυξη, λειτουργία και κοινή χρήση των εν λόγω τεχνολογικών εργαλείων θα πρέπει να ενθαρρύνονται, με αξιοποίηση της εμπειρογνωσίας της Ευρωπόλ, όπου ενδείκνυται. Οι εν λόγω προσπάθειες συνεργασίας είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την ενδυνάμωση των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας οι οποίοι, λόγω του μεγέθους τους ή της κλίμακας στην οποία λειτουργούν, διαθέτουν περιορισμένους πόρους και εμπειρογνωσία για να ανταποκριθούν αποτελεσματικά και επειγόντως σε παραπεμπτικά και να λάβουν προνοητικά μέτρα, σύμφωνα με τη σύσταση. 6.3.2018 EL Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 63/55 (38) Όσο το δυνατόν περισσότεροι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας θα πρέπει να συμμετάσχουν στις εν λόγω προσπάθειες συνεργασίας και όλοι οι συμμετέχοντες πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας θα πρέπει να συμβάλουν στη βελτιστοποίηση και μεγιστοποίηση της χρήσης των εν λόγω εργαλείων. Η σύναψη ρυθμίσεων συνεργασίας μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων φορέων, συμπεριλαμβανομένης κατά περίπτωση της Ευρωπόλ, θα πρέπει επίσης να ενθαρρυνθεί, δεδομένου ότι οι ρυθμίσεις αυτές μπορούν να συμβάλουν στην τήρηση μιας συνεπούς και αποτελεσματικής προσέγγισης και να καταστήσουν δυνατή την ανταλλαγή σχετικών εμπειριών και εμπειρογνωσίας. (39) Για να εξασφαλιστεί ο σεβασμός του θεμελιώδους δικαιώματος προστασίας των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και η ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των μέτρων που λαμβάνονται για την εφαρμογή της παρούσας σύστασης θα πρέπει να συμμορφώνεται πλήρως με τους κανόνες.